Ισθμός-Δίολκος-Διώρυγα: Από την Αρχαιότητα μέχρι τα Νεότερα χρόνια

6703

Ο Ισθμός της Κορίνθου είναι μια στενή λωρίδα ξηράς, που συνδέει τη Στερεά Ελλάδα με την Πελοπόννησο.Το ελάχιστο πλάτος του είναι 6 χιλιόμετρα ενώ το μέγιστο υψόμετρό του 82 μέτρα και δημιουργήθηκε κατά το Ανώτερο Πλειστόκαινο (130.000- 10.000 π.σ.). Σύμφωνα με τον μύθο, ο πρώτος μυθικός Βασιλιάς της Κορίνθου, ο Σίσυφος, ίδρυσε ένα ιερό για τον κυρίαρχο των θαλασσών, τον κοσμοσείστη θεό της γης, γεγονός που φανερώνει, ότι από την αρχαιότητα ο Ισθμός ήταν σεισμογενής περιοχή[1].

Η ίδρυση των αποικιών στη Δύση τον 8ο αιώνα π.Χ. έκανε επιτακτική την ανάγκη ενός τεχνικού έργου στον Ισθμό, αφού μέχρι τότε δεν υπήρχε άμεση επαφή του Σαρωνικού με τον Κορινθιακό Κόλπο, με αποτέλεσμα το ταξίδι των πλοίων να γινόταν πολύπλοκο και μακροχρόνιο με αναγκαστικό περίπλου της Πελοποννήσου. Πρώτος που κατανόησε την ανάγκη αυτή και μελέτησε τη δημιουργία για τη διάνοιξη διώρυγας, ήταν ο Τύραννος της Κορίνθου Περίανδρος στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. Ωστόσο, λόγω έλλειψης τεχνικών μέσων και εργατικών χεριών η ιδέα αυτή εγκαταλείφθηκε σχεδόν αμέσως. Πιθανότατα, να έπαιξαν ρόλο οι θρησκευτικές προλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες κάθε ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση ήταν ασέβεια, ενώ θα μπορούσε να προκαλέσει μέχρι και την οργή των Θεών. Εικάζεται, ότι ο Περίανδρος εγκατέλειψε μια για πάντα την ιδέα του για διάνοιξη της διώρυγας στον Ισθμό, ύστερα από χρησμό της Πυθίας: «Ισθμόν δε μη πυργούτε μήδ’ ορύσσετε. Ζευς γαρ έθηκε νήσον η κ’ εβούλετο».

Εντούτοις, κατά τη διάρκεια της τυραννίας του Περίανδρου το εμπόριο της Κορίνθου βρισκόταν σε μεγάλη ανάπτυξη και οι αποικίες της Ιταλίας και της Σικελίας, με τις οποίες αυτή διατηρούσε στενές σχέσεις, έκανε αναγκαία την ιδέα για κατασκευή ενός απλούστερου και λιγότερου δαπανηρού έργου. Ο Περίανδρος κατασκεύασε έναν ειδικό δρόμο, πάνω στον οποίο θα μεταφέρονταν τα πλοία από τον Κορινθιακό στον Σαρωνικό Κόλπο και αντίστροφα διαμέσου της ξηράς, τον Δίολκο[2].

Ο Δίολκος ήταν λιθόστρωτος δρόμος, με μεγάλους πώρινους κυβόλιθους, οι οποίοι είχαν στη μέση δύο αυλακώσεις και συνέδεε τις δύο άκρες του Ισθμού της Κορίνθου[3]. Σε αυτόν σύρονταν τα πλοία από τον Κορινθιακό στον Σαρωνικό Κόλπο και αντίστροφα πάνω σε τροχοφόρο όχημα (ολκός νεών). Ο Δίολκος έμεινε σε λειτουργία επί 1600 χρόνια.

Ωστόσο, η ιδέα για τη διάνοιξη της διώρυγας στον Ισθμό συνεχίστηκε τρεις αιώνες αργότερα. Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, περί το 307 π.Χ. επιχείρησε να θέσει σε εφαρμογή το ίδιο σχέδιο με τον τύραννο Περίανδρο. Αλλά και εκείνος εγκατέλειψε την ιδέα αμέσως, όταν οι Αιγύπτιοι Μηχανικοί τον διαβεβαίωσαν, ότι η διαφορά της στάθμης του Κορινθιακού από τον Σαρωνικό ήταν τέτοια, που με την τομή του Ισθμού τα νερά του Κορινθιακού θα χύνονταν στον Σαρωνικό και θα τον πλημμύριζαν, με συνέπεια την καταπόντιση της Αίγινας και των γειτονικών νησιών και ακτών[4].

Το όνειρο του Δημήτριου Πολιορκητή ακολούθησαν κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Οκταβιανός Αύγουστος, ο Καλιγούλας και ο Αδριανός, οι οποίοι φιλοδοξούσαν να διανοίξουν τη διώρυγα στον Ισθμό. Τελικά, το 67 μ.Χ., ο Νέρωνας ξεκίνησε τη διάνοιξη με τη βοήθεια 6.000 Ιουδαίων σκλάβων και χιλιάδες εργάτες. Εκτός από τις τεχνικές δυσκολίες, είχε να αντιμετωπίσει και τις δεισιδαιμονίες των εργατών, οι οποίοι θεωρούσαν ασέβεια την επέμβαση στη φύση. Χαρακτηριστικά, διέδιδαν, ότι κατά τη διάρκεια της διάνοιξης ανάβλυζε αίμα από τη γη, ψίθυροι και θρήνοι ακούγονταν από τα έγκατά της, ενώ τα βράδια παρουσιάζονταν φαντάσματα. Ο Δίων ο Κάσσιος αναφέρει ότι, ο Νέρωνας για να τους πείσει να αρχίσουν το σκάψιμο, το ξεκίνησε ο ίδιος χρησιμοποιώντας χρυσή αξίνα υπό τους ήχους σαλπίγγων. Ωστόσο, το έργο στμάτησε βίαια το 68 μ.Χ. με τον θάνατο του Νέρωνα.

Επόμενοι που καταπιάστηκαν με την ιδέα της διάνοιξη της διώρυγας ήταν ο Ηρώδης ο Αττικός, αυτοκράτορες κατά τα Βυζαντινά χρόνια και τέλος, αιώνες αργότερα οι Ενετοί, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Το τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας βρήκε την Ελλάδα στο κατώφλι της βιομηχανικής εποχής. Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας θεώρησε, ότι οι συνθήκες ήταν πιο ευνοϊκές, προβλέποντας τη μεγάλη σημασία που θα είχε για την ανάπτυξη της χώρας η κατασκευή της διώρυγας. Ωστόσο, η προσπάθεια διακόπηκε σχεδόν αμέσως, αφού το ποσό που θα έπρεπε να δαπανηθεί για αυτό το εργό ήταν υπέργκο για το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος.

Οι πρώτες ουσιαστικές ενέργειες για τη διάνοιξης διώρυγας στον Ισθμό έγιναν από την Κυβέρνηση Ζαΐμη το 1869. Σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε την ίδια χρονιά, η κυβέρνηση είχε δικαίωμα να παραχωρήσει σε εταιρεία ή ιδιώτη το προνόμιο κατασκευής και εκμετάλλευσης της Διώρυγας. Το ελληνικό δημόσιο κατακύρωσε το έργο το 1881 στον στρατηγό Στέφανο Τύρρ, μαζί με το προνόμιο εκμετάλλευσης της διώρυγας για 99 χρόνια. Οι εργασίες διάνοιξης ξεκίνησαν στις 23 Απριλίου 1882 παρουσία του Βασιλιά Γεωργίου Α’. Η μελέτη του έργου έγινε από τον Ούγγρο Β. Gerfer, αρχιμηχανικό της διώρυγας Φραγκίσκου στην Ουγγαρία, και ελέγχθηκε από τον μηχανικό Daujats, αρχιμηχανικό της διώρυγας του Σουέζ. Για την τελική κατάληξη έγιναν μελέτες τριών χαράξεων. Ως η πιο σωστή και οικονομική, προκρίθηκε η χάραξη που είχε εφαρμόσει ο Νέρωνας. Υστερα, από 8 χρόνια η εταιρεία αυτή διέκοψε τις εργασίες της και τελικά διαλύθηκε.

Τη συνέχιση του έργου ανέλαβε η ελληνική εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία της Διώρυγας της Κορίνθου» υπό τον Ανδρέα Συγγρό, ο οποίος ανέθεσε την εκτέλεση των εργασιών στην εταιρεία του Μάτσα. Αυτό το οικονομικό τόλμημα και ο τεχνικός άθλος, με τη χρησιμοποίηση 2.500 εργατών και των τελειότερων μηχανικών μέσων της εποχής, ολοκληρώθηκε μετά από 11 χρόνια. Τα εγκαίνια της διώρυγας έγιναν με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια στις 25 Ιουλίου 1893 με την παρουσία Βασιλέων, της Κυβερνήσεως και του Μητροπολίτη Κορινθίας.

«Ο κόλπος ήταν υπέροχος την ημέρα των εγκαινίων […] Μια κορδέλα είχε δεθεί στην είσοδο του καναλιού. Η Βασίλισσα της Ελλάδας έκοψε την κορδέλα με χρυσό ψαλίδι. Μετά από αυτό, η βασιλική γιορτή συνεχίστηκε και η ωηοπομπή πέρασε από τη Διώρυγα. Τον Βασιλιά που βρισκόταν πάνω στη «Σφακτηρία», ακολουθούσε ο Πρίγκιπας Γεώργιος της Ελλάδας, επικεφαλής του στόλου των τορπιλοβόλων, του ρώσικου καταδρομικού και του βρετανικού κανονιοφόρου Sandfly, καθώς και δυο-τρία εμπορικά ατμόπλοια. Μεγαλειώδες γεύμα προσφέρθηκε στην άλλη άκρη του βασιλικού πλοίου, η νηοπομπή επέστρεψε και τα διάφορα πλοία γύρισαν στον Κκόλπο του Φαλήρου. Η Αυτοκράτειρα Φρειδερίκη της Γερμανίας, η οποία διέμενε στην Αθήνα με τον Βασιλιά και τη Βασίλισσα της Ελλάδας, μαζί με την κόρη της, τη Δούκισσα της Σπάρτης, επέστρεψε στη χωρα της περνώντας από τη Διώρυγα της Κορίνθου με προορισμό την Τεργέστη.»The Illustrated London News, 19 Αυγούστου 1893, μεταφρ. Νίκη Τσιρώνη[5].

Στα 107 χρόνια λειτουργίας της η διώρυγα έχει παύσει κατά καιρούς, κυρίως λόγω των καταπτώσεων των πρανών της, εξαιτίας της ιδιόμορφης γεωλογικής σύσταση της περιοχής. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και συγκεκριμένα το 1944, οι Γερμανοί καθώς αποχωρούσαν από την πόλη τον Οκτώβριο ανατίναξαν τα πρανή προκαλώντας την κατάπτωση 60.000 κυβικών μέτρων χωμάτων. Ωστόσο, οι εργασίες εκφράξεως διήρκησαν πέντε χρόνια (1944-1949) και η διώρυγα λειτούργησε ξανά.

Στη διώρυγα σήμερα λειτουργούν δυο βυθιζόμενες γέφυρες, μια στην περιοχή της Ποσειδωνίας και μια στην Ισθμία εξυπηρετώντας την επικοινωνία μεταξύ Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου. Κάθε χρόνο το κανάλι της Κορίνθου διαπλέεται από 15.000 περίπου πλοία, 50 διαφορετικών εθνικοτήτων, ενώ καθημερινά καταφθάνουν εκατοντάδες τουρίστες από όλες τις χώρες του κόσμου για να θαυμάσουν το μοαδικό θέαμα[6].

[1]Gruben 2000, σ. 115
[2] Χρησιμοποιείται και σε θηλυκό γένος: η Δίολκος
[3]Williams 2012, σ. 104
[4]Ανασύρθηκε από https://www.sansimera.gr/articles/115
[5]Τσιρώνη 2007, σ.66
[6]Ανασύρθηκε από http://www.korinthia.net/history-isthmos.htm

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

·Τσιρώνη Ν., Λέγγας Μ., Εικόνες της Ιστορίας και του Βίου της
Κορινθίας, Χαρακτικά από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΦΟΙΝΙΚΑ , Αθήνα
·Gruben G., Ιερά και ναοί των Αρχαίων Ελλήνων, μτφρ. Ακτσελή Δ., Ινστιτούτο του βιβλίου – Α. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ, Αθήνα
·Williams Ch. K., Κόρινθος, μτφρ. Οικονομίδης Στ., στο: Αν. Βλαχόπουλος (επιμ), Αρχαιολογία Πελοπόννησος, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΜΕΛΙΣΣΑ, Αθήνα
·https://www.sansimera.gr/articles/115
·Αλεξοπούλου Μαλβίνα, 2017, Διαχρονικό Μουσείο Ισθμού, μεταπτυχιακή
εργασία (απόσπασμα), Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογία και Διαχείριση Πολιτισμικών Αγαθών, Καλαμάτα

Πηγή

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.